H AYTONOMH EΛΛΗΝΙΚΗ ΒΟΡΕΙΑ ΗΠΕΙΡΟΣ
«Εκείνο πάντως το οποίο οφείλουν όλαι αι Ελληνικαί
Κυβερνήσεις να γνωρίζουν, είναι ότι το θέμα της Βορείου Ηπείρου υφίσταται. Και
εκείνον το οποίον απαγορεύεται εις τον αιώνα, είναι δι’ οιονδήποτε λόγον η
απάρνησις του ιερού αιτήματος….. Καθ΄ όσον αφορά την Βόρειο Ήπειρο... η
διεκδίκησις είναι ιερά και απαράγραπτος» (Ο
«Γέρος της Δημοκρατίας» Γεώργιος Παπανδρέου σε ομιλία του στην Βουλή των
Ελλήνων την 12η Ιουνίου του έτους 1960).
Εισαγωγή – Γενικά στοιχεία περί Βορείου Ηπείρου
& της ελληνικότητος αυτής
Η
ιστορικά καθιερωμένη ονομασία για την υπό εξέταση γεωγραφική περιοχή είναι «Ήπειρος» και «Βόρειος Ήπειρος».
Αντίθετα, ο όρος «Νότιος Αλβανία» που αναφέρεται σε εδάφη της Ηπείρου, δεν έχει
καμία απολύτως ιστορική βάση. Ο Γάλλος περιηγητής και ταξιδιώτης Πούκεβιλ έγραφε
σχετικώς ότι: «...Αυθαιρέτως η
νότιος Αλβανία λέγεται Αλβανί, ενώ είναι Ήπειρος...». Να μην ξεχνάμε βέβαια ότι και ο γενικότερος όρος
«Αλβανία» έχει γεωγραφική και όχι εθνολογική σημασία, αφού προέρχεται από την
λατινική λέξη Alba (= Λευκή) και σημαίνει Λευκή
χώρα.
Η
πρώτη γραπτή πηγή που αναφέρει το όνομα «Ήπειρος» καταγράφεται κατά τους
προιστορικούς χρόνους και είναι τα Ομηρικά Έπη. Τα γεωγραφικά όρια της Ηπείρου
δεν υπήρξαν ποτέ σταθερά. Διαφοροποιήθηκαν ανά ιστορικές περιόδους, ιδιαίτερα η
βόρεια αυτής μεθοριακή γραμμή που μετατέθηκε αρκετές φορές πρός τα νοτιότερα.
Ήδη
από τα αρχαία χρόνια οι Έλληνες συγγραφείς όπως ο Πίνδαρος, ο Θουκυδίδης και ο
Ξενοφών ομιλούσαν περί Ελληνικής Ηπείρου, που ξεκινούσε από την βόρεια άκρη των
Ακροκεραυνίων ορέων. Στην αρχαία αυτή περίοδο έγινε και η πρώτη μετατόπιση πρός
Νότο, όταν οι Ιλλυριοί που δεν είχαν βεβαίως καμία φυλετική, εθνική ή άλλη
σχέση με τους Αλβανούς, πίεσαν τους Ηπειρώτες. Μετατόπιση όμως σημειώθηκε και
κατά την Ύστερη Βυζαντινή περίοδο (βλέπε Δεσποτάτο της Ηπείρου με πρωτεύουσα
την Άρτα) και κατά τους χρόνους της Τουρκοκρατίας.
Στα
αρχαία χρόνια στην Ήπειρο υπήρχαν πολυάριθμα ελληνικά φύλα. Τα σπουδαιότερα από
αυτά ήταν οι Μολοσσοί στα ΒΑ, οι Θεσπρωτοί στα ΝΔ και οι Χάονες στα ΒΔ. Κατά
τον Γερμανό ιστορικό Κ. Beloch
(1854 – 1929) οι κάτοικοι της Βορείου
Ηπείρου, δηλαδή οι Χάονες, οι Αντιντάνες, οι Παραναίοι ήταν πιθανότατα Έλληνες.
Κατά τον καθηγητή Δημ. Ευαγγελίδη μέχρι το έτος 1958 είχαν καταγραφεί άλλα 80
μικρότερα ελληνικά φύλα.
Τα εθνολογικά, ιστορικά και γεωπολιτικά
σύνορα της Βορείου Ηπείρου έφθαναν από αρχαιοτάτων χρόνων στην περιοχή του
Ελβασάν (Ελμπασάν) στον ποταμό Σκουμπή (Γενούσος). Ειδικότερα, απλώνονταν από
τον ποταμό Γενούσο (Σκουμπή) στα βόρεια μέχρι και τον Αμβρακικό κόλπο στα νότια
και από το Ιόνιο πέλαγος στα δυτικά μέχρι την οροσειρά της Πίνδου στα
ανατολικά. Η εθνολογική κατάσταση του πληθυσμού και ο εν γένει πολιτισμός αυτής
της γεωγραφικής περιοχής υποδεικνύουν ότι η Ήπειρος υπήρξε ενιαία και ελληνική.
Πέρα από την εθνολογική ανάλυση του
βορειοηπειρωτικού πληθυσμού και τον πολιτισμό που αυτός ανέπτυξε, προς την ίδια
κατεύθυνση της ελληνικότητος της Βορείου Ηπείρου κινήθηκαν με τα γραφόμενά τους
πολλές προσωπικότητες των επιστημών και των γραμμάτων. Ειδικότερα, ο Έλληνας
φυσικός φιλόσοφος, γεωγράφος και μαθηματικός Κλαύδιος Πτολεμαίος (160 – 100
π.Χ) έγραφε: «Αρχά Ελλάδος από
Ωρυκίας και αρχέγονος Ελλάς Ήπειρος».
Ο
Γερμανός γεωγράφος Αλφρέδος Φίλιππεν υποστήριζε ότι: «...Από τον 5ο π.Χ αιώνα, στην αρχή από τον
Πίνδαρο έπειτα από τους Θουκυδίδη και Ξενοφώντα, η Ήπειρος έγινε το κύριο όνομα
της χώρας που περιλαμβανόταν μεταξύ του Αμβρακικού κόλπου και των Ακροκεραυνίων
ορέων, του Ιονίου πελάγους, και στην περιοχή αυτή διατηρήθηκε μέχρι σήμερα».
Ο Γάλλος ιστορικός Αλφρέδος Ζιλλερόν το
έτος 1877 στο έργο του «Η Ελλάς και η Τουρκία» έγραφε ότι: «...Η μέχρι του ποταμού Σκούμπι χώρα είναι εξ ολοκλήρου
ελληνική». Το έτος 1878 ο Δημ.
Χασιώτης στο έργο του «Διατριβή και Υπομνήματα» έγραφε ότι: «Η Ήπειρος, αρχομένη από της 43ης μοίρας
βορείου πλάτους και παραλληλογράμμου σχήμα φέρουσα χωρίζεται προς βορράν μεν
από της Ιλλυρίας διά του Γενούσου ποταμού, νυν καλουμένου Σκούμπι, όν ο πλέων
σήμερον και εκτείνων την κλίνουσαν γραμμήν μέχρις Οχρίδος έχει εντεύθεν μεν
πρός την Ήπειρον τα παρακείμενα Νόλαν, Τσχέρνη, Γρέμσι, Κάτω Σπαθία, Μελιτσένι
Σχουτσίτσα, Ραψίστα, Κιούκιουζα, Χαλισνιά».
Αργότερα, το έτος 1908 ο Ιταλός Τζιοβάνι Βιρτζίλι
έγραφε: «Ακριβώς εις τον Σκούμπι ανεμίχθησαν
οι Ηπειρώται με την αλβανικήν ράτσαν...Παρά την έντονον ανθελληνικήν πολιτικήν
της Τουρκίας εν Ηπείρω, ευνοηθείσαν υπό της ρουμανικής συνεργασίας, ο
Ελληνισμός ηδυνήθη να κρατήση τας παλαιάς του θέσεις, η Οθωμανική πολιτεία δεν
ηδυνήθη να εξαλείψει από την Ήπειρο τον ελληνικό της χαρακτήρα που την
διακρίνει πολιτικώς και κοινωνικώς από την Αλβανίαν». Το έτος 1913 ένας ακόμη Ιταλός, ο υπουργός των
Εξωτερικών Τζουλιάνο δήλωνε πρός τον Έλληνα πρεσβευτή στη Ρώμη κ. Κακλαμάνο: «Αναγνωρίζω ότι το Αργυρόκαστρο και η Κορυτσά είναι ελληνικά,
αλλά τα δίκαια ενός μικρού λαού, ως η Ελλάς, δεν δύνανται να υπερισχύσουν των
συμφερόντων μιας μεγάλης δυνάμεως, ως η Ιταλία...».
Το έτος 1938 ο γεωγράφος Στάντ Μύλλερ έγραφε
στο περιοδικό «Revue internationale des etudes Balkaniques» : «Το αλβανικόν
κράτος δεν έχει φυσική ενότητα. Κατά την γεωγραφικήν διάρθρωσιν, κατά την φύσιν
του εδάφους, κατά το κλίμα και την βλάστησιν, διαιρείται εις δύο τμήματα. Το
νότιο τμήμα αποτελεί γεωγραφικώς με την Ήπειρο ένα αδιάσπαστο σύνολο. Η κοιλάδα
του Σκούμπι είναι το σύνορον». Η
εφημερίδα Τάϊμς του Λονδίνου το έτος 1940 σε άρθρο με τίτλο «Το κέντρον της
Αλβανίας» ανέφερε ότι: «...Τα σύνορα όπου
συναντούνται ο ελληνικός και ο αλβανικός πολιτισμός βρίσκονται στον Γενούσο
ποταμό».