Τετάρτη 13 Ιουνίου 2018

ΑΜΦΙΠΟΛΗ - ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ


Η ταφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου

«που γάρ ειπε μοι, το Σήμα Αλεξάνδρου, δείξου μοι»
μτφρ. «που βρίσκεται ο τάφος του Αλέξανδρου, δείξτε μου»
                                                  Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

            Ο Αλέξανδρος Γ΄ ο Μακεδών  (356 π.Χ – 323 π.Χ) υπήρξε ο μεγαλύτερος στρατηλάτης όλων των εποχών και ο μέγιστος των Ελλήνων. Συνέχισε το έργο του πατέρα του, Φιλίππου Β΄ και κατέκτησε μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα ολόκληρο τον τότε γνωστό κόσμο φθάνοντας μέχρι την Ινδία. Για τα λαμπρά επιτεύγματα που σημείωσε, η Ιστορία τον αποκάλεσε «Μέγα».
            Γεννήθηκε στην Πέλλα της Μακεδονίας τον Ιούλιο του 356 π.Χ. Πατέρας του ήταν ο βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος Β΄ και μητέρα του η κόρη του βασιλιά των Μολοσσών της Ηπείρου Ολυμπιάδα. Ο πλήρης βασιλικός τίτλος του ήταν: «Βασιλεύς των Μακεδόνων, Ηγεμών (Στρατηγός Αυτοκράτωρ) της Πανελλήνιας Συμμαχίας κατά των Περσών, Κύριος της Ασίας και της βορειοδυτικής Ινδίας και διάδοχος των Φαραώ της Αιγύπτου ως Φαραώ Νεκτανεβώ ΙΙ».

Η ταφή
Ο Μέγας Αλέξανδρος πέθανε στη Βαβυλώνα την 10η Ιουνίου 323 π.Χ., σε ηλικία σχεδόν 33 χρονών, μετά από πενθήμερη αρρώστια ή σύμφωνα με άλλους από δηλητήριο. Η Συνέλευση των Εταίρων και των Σωματοφυλάκων, που συνεδρίασε αμέσως μετά υπό τον Περδίκκα (τον αρχαιότερο στην τάξη), ανέθεσε στον ετεροθαλή αδελφό του Μ. Αλεξάνδρου  Φίλιππο τον Αρριδαίο την κατασκευή αρμάμαξας για τη μεταφορά της σορού του, κατά τον Παυσανία στις Αιγές στη Μακεδονία και κατά τον Διόδωρο Σικελιώτη στο ιερό του Άμμωνος Διός στην Αίγυπτο.
Ο Διόδωρος Σικελιώτης αναφέρει σχετικά: «Επί δέ την κατακομιδήν του σώματος και την κατασκευήν της αρμαμάξης της μελλούσης κομίζειν το σώμα του τετελευτηκότος βασιλέως εις Άμμωνα έταξαν Αριδαίον». Σύμφωνα πάντοτε με τις περιγραφές, ο Μ. Αλέξανδρος ήταν τοποθετημένος μέσα σε καταστόλιστη χρυσή λάρνακα την οποία μετέφερε χρυσή άμαξα που έσερναν 100 άλογα.
Την περίοδο 323 π.Χ. – 321 π.Χ. η σορός του Μ. Αλεξάνδρου παρέμεινε στη Βαβυλώνα μέχρι να ολοκληρωθεί η κατασκευή της αρμάμαξας που θα τον μετέφερε στον τόπο της ταφής του. Να αναφερθεί ότι στη Βαβυλώνα οι νεκροί δεν μουμιοποιούνταν ούτε καίγονταν, αλλά θάβονταν τοποθετημένοι μέσα σε μέλι ή κερί. Το ίδιο συνέβη και με τη σορό του Μεγάλου Αλεξάνδρου, παρόλο που σύμφωνα με τον Μακεδονικό νόμο προβλεπόταν η καύση των νεκρών.
Κατά την πομπή της μεταφοράς της σορού στη Μακεδονία, ο Πτολεμαίος ο Λάγου στα τότε σύνορα Συρίας και Αιγύπτου «έκλεψε» το 321 π.Χ. τη σορό και μετέφερε με τιμές την αρμάμαξα στην Αίγυπτο, θέλοντας με αυτό το τρόπο να ισχυροποιήσει τη θέση του στην περιοχή αυτή, ιδρύοντας ένα ανεξάρτητο βασίλειο. Εκεί ως Φαραώ που ήταν ο Μ. Αλέξανδρος (Νεκτανεβώ ΙΙ) ταριχεύθηκε, όπως άλλωστε απαιτούσε και το Φαραωνικό τελετουργικό. Δεν αποτεφρώθηκε.
Ο Πτολεμαίος αποφάσισε προσωρινά να ενταφιάσει τη σορό σε λαμπρό Μαυσωλείο στο κέντρο της Αλεξάνδρειας. Μέχρι όμως την αποπεράτωση του Μαυσωλείου η σορός φυλασσόταν στη Μέμφιδα, όπως αναφέρει σχετικά και επιγραφή από Παριανό μάρμαρο που βρέθηκε εκεί: «Επί άρχοντος Αρχίππου, Αλέξανδρος τίθεται εν Μέμφει και Περδίκκας στρατεύει κατά της Αιγύπτου, όπου αποθνήσκει».
Ο Διόδωρος Σικελιώτης αναφέρει ότι «έκρινε (ο Πτολεμαίος) γάρ επί του παρόντος εις μεν Άμμωνα μή παρακομίζειν, κατά δε την εκτισμένην υπ’ αυτού πόλιν (Αλεξάνδρεια) επιφανεστάτην ούσαν, σχεδόν τι των κατά τη οικουμένην, αποθέσθαι. Κατεσκεύασεν ουν τέμενος κατά το μέγεθος και κατά την κατασκευήν της Αλεξάνδρου δόξης άξιον, εν ω κηδεύσας αυτόν». Με τη θέση αυτή της ταφής συμφωνεί ο Αρριανός και ο Δίων ο Κάσσιος.
Η ταφή του Μ. Αλεξάνδρου στην Αλεξάνδρεια εκπλήρωσε και τον χρησμό που είχε λάβει κατά την θεμελίωση της πόλεως: «Οικήσεις αυτήν και θανών και μη θανών. Τάφον γάρ έξεις αυτήν ήν κτίζεις πόλιν».
Σύμφωνα με τον Κούρτιο, αρκετά χρόνια αργότερα η ταριχευμένη σορός (μούμια) του Μ. Αλεξάνδρου μεταφέρθηκε από την Μέμφιδα στην Αλεξάνδρεια από έναν απόγονο του Πτολεμαίου, όταν ολοκληρώθηκε η κατασκευή του μεγαλόπρεπου μαυσωλείου, που έμεινε γνωστό ως «Σώμα» ή «Σήμα».
Ο Στράβων αναφέρει ότι «[...]Άπαντα μέντοι συναφή και αλλήλοις και τω λιμένι, και όσα έξω αυτού. Των δε βασιλείων μέρος έστί και το Μουσείον, έχον περίπατον και εξέδραν και οίκον μέγαν, εν ώ το συσσίτιον των μετεχόντων του Μουσείου φιλολόγων ανδρών. Έστι δε τη συνόδω ταύτη χρήματα κοινά και ιερεύς ο επί τώ Μουσείω, τεταγμένος τότε μεν υπο των βασιλέων, νυν δ' υπό Καίσαρος, μέρος δε των βασιλείων εστί και το καλούμενον Σήμα, ο περίβολος ην, εν ώ αι των βασιλέων ταφαί και ή Αλεξάνδρου. Έφθη γαρ το σώμα άφελόμενος Περδίκκαν ο του Λάγου Πτολεμαίος, κατακομίζοντα εκ της Βαβυλώνος και εκτρέπόμενον ταύτη κατά πλεονεξίαν και εξιδιασμόν της Αιγύπτου. Και δη και απώλετο διαφθαρείς υπό των στρατιωτών, επελθόντος του Πτολεμαίου και κατακλείσαντος αυτόν εν νήσω ερήμη. Εκείνος μεν ούν απέθανεν εμπεριπαρείς ταίς σαρίσσαις, επελθόντων επ' αυτόν των στρατιωτών. Συν αυτώ δε και οι βασιλείς, Αριδαίος τε και τα παιδία τα Αλεξάνδρου, και η γυνή Ρωξάνη απήραν εις Μακεδονίαν. Το δε σώμα του Αλεξάνδρου κομίσας ο Πτολεμαίος εκήδευσεν εν τη Αλεξανδρεία, όπου νυν έτι κείται . Ου μην εν τη αυτή πυέλω, υαλίνη γαρ αυτή, εκείνος δ΄ εν χρυσή κατεθηκεν. Εσύλησε δ' αυτήν ο Κόκκης και Παρείσακτος επικληθείς Πτολεμαίος, εκ της Συρίας επελθών και εκπεσών ευθύς, ώστ΄ άνόνητα αυτώ τα σύλα γενέσθαι. [...]». 
Επομένως, τρία είναι τα ενδεχόμενα: (α). ότι το σώμα του Μ. Αλεξάνδρου μεταφέρθηκε στο μεγαλοπρεπές μαυσωλείο στην Αλεξάνδρεια από την όαση Σίβα που είχε αρχικώς ταφεί και στη θέση του στη Σίβα τοποθετήθηκε κάποιο είδωλο του Μ. Αλεξάνδρου ή το αντίστροφο (Δύο τάφοι) και (β). ότι τελικά μεταφέρθηκε στη Μακεδονία, οπότε έχουμε τρείς τάφους (Αμφίπολη).
Να τονισθεί ιδιαίτερα ότι ο Μ. Αλέξανδρος είχε ανακηρυχθεί  το 323 π.Χ. Φαραώ της Αιγύπτου με το όνομα «Νεκτανεβώ ΙΙ» στο ιερό του Άμμωνα Δία στην όαση Σίβα. Οι μεγάλοι Φαραώ είχαν τρείς τάφους: (α). ένα για την Ψυχή στο μέρος που αγάπησαν, (β). ένα για το Πνεύμα στο μέρος που αναδείχθηκαν Φαραώ και (γ). ένα για το Σώμα με τα προσωπικά είδη και τα κτερίσματα σε κρυφό μέρος επιβλεπόμενο και απρόβλεπτο.
Είναι δύσκολο μία από τις τρείς αυτές ταφές να μην έγινε στην Ελλάδα. Παρά ταύτα οι διαθέσιμες ιστορικές γραπτές πηγές τοποθετούν τον τάφο του Μ. Αλεξάνδρου στην Αλεξάνδρεια. Όλοι οι αρχαίοι συγγραφείς και οι γραπτές πηγές συμφωνούν ότι ο τάφος του Μ. Αλεξάνδρου ήταν στην Αλεξάνδρεια και ήταν επισκέψιμος τον 3ο αιώνα μ.Χ. Δηλαδή για έξι αιώνες μετά τον θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου ήταν επισκέψιμος και είχε ιερατείο.
Πολλοί ήταν αυτοί που τον επισκέφθηκαν, όπως ο Ιούλιος Καίσαρας, ο Μάρκος Αντώνιος, η Κλεοπάτρα, ο Οκταβιανός Αύγουστος, ο Καλιγούλας κ.α. Για τους Ρωμαίους ο Μ. Αλέξανδρος λατρευόταν ως ο 13ος θεός τους (ενσάρκωση του Διονύσου). Το 199 μ.Χ. ο τάφος του Μ. Αλεξάνδρου σφραγίστηκε από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Σεπτίμιο Σεβήρο. Το 361 μ.Χ. μια αναφορά του Πατριάρχη Γεωργίου υπονοεί ότι το μαυσωλείο ήταν ακέραιο. Οι αναφορές όμως για τον τάφο του Μ. Αλεξάνδρου στην Αλεξάνδρεια σταματούν απότομα στα τέλη του 4ου μ.Χ. αιώνα.
Η τύχη του μαυσωλείου είναι αβέβαιη. Ίσως, κατά τις συγκρούσεις των χριστιανών της πόλης υπό τον Πατριάρχη Θεόφιλο με τους Εθνικούς στις οποίες ισοπεδώθηκαν το Σεράπειον, το Μουσείον και η Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, να «εξαφανίσθηκε» μέσα στα χαλάσματα και το μαυσωλείο του Μ. Αλεξάνδρου. Από την άλλη, να σημειωθεί ότι το 365 μ.Χ. έγινε στην Αλεξάνδρεια ένας μεγάλος σεισμός, που προξένησε καταστροφές και υλικές ζημιές.
Αμφίπολη
Ιδρύθηκε το 437 π.Χ. από Αθηναίους ως αποικία τους, με στόχο τον έλεγχο των μεταλλείων της Θράκης. Το 357 π.Χ. καταλήφθηκε από τον Φίλιππο Β΄ και προσαρτήθηκε στο βασίλειο της Μακεδονίας.
Στην Αμφίπολη λειτουργούσαν ορυχεία χρυσού και αργύρου, ενώ η νομισματοκοπία ήταν πολύ προηγμένη. Εδώ είχε εγκατασταθεί το βασιλικό νομισματοκοπείο των Μακεδόνων και είχαν εκδοθεί πλούσιες σειρές χρυσών και αργυρών νομισμάτων, ενώ παράλληλα κατασκευάζονταν και πολλά χρυσά κοσμήματα μεγάλης τέχνης και αξίας.Στην εκμετάλλευση των χρυσωρυχείων του Παγγαίου στηρίχθηκε και η ακμή της Μακεδονικής Δυναστείας, καθώς και η μετέπειτα κοσμοκρατορία των Μακεδόνων.
Ο Διόδωρος Σικελιώτης αναφέρει ότι ο Μ. Αλέξανδρος θαύμαζε την Αμφίπολη και σκόπευε να φτιάξει έναν μεγαλοπρεπή ναό, για να τιμήσει την πόλη από όπου απέπλευσε το 334 π.Χ ο στόλος του για την εκστρατεία εναντίον των Περσών στην Ασία. Είναι γεγονός ότι ο Μ. Αλέξανδρος πριν την έναρξη της εκστρατείας του έκανε θυσία στη θεά Άρτεμη, μιμούμενος το παράδειγμα του προγόνου του, Αγαμέμνονα βασιλιά των Μυκηνών που είχε θυσιάσει στην ίδια θεά πριν την έναρξη της εκστρατείας του εναντίον της Τροίας. Ο μεγαλοπρεπής ναός πρέπει να κτίστηκε πριν ξεκινήσει ο Μ. Αλέξανδρος .
Τύμβος Καστά
Ονομάζεται ο λόφος κυκλικού σχήματος στην αρχαία Αμφίπολη, ο οποίος είναι γνωστός και ως ο Τάφος της Αμφίπολης, λόγω του Μακεδονικού ταφικού μνημείου της πρώϊμης ελληνιστικής περιόδου, που ανακαλύφθηκε στο εσωτερικό του λόφου. Να σημειωθεί ότι η λέξη «Τάφος» την εποχή εκείνη είχε την έννοια του βωμού.
Ο όρος «Κάστα» ή «Καστά» προέρχεται από την λατινική λέξη «castus», που σημαίνει καθαρός,αμόλυντος, χωρίς αναμείξεις. Είναι πιθανόν, ως πρός την ετυμολογία, η λέξη να αποτελεί και παραφθορά του λατινικού Castrum που στην νεοελληνική πέρασε ως Κάστρο δηλαδή φρούριο, οχυρό.
Πολλές φορές τα τοπωνύμια μας αποκαλύπτουν χαμένες σελίδες της ιστορίας μας. Η «Κάστα» είναι ένα σύστημα κοινωνικής διαστρωμάτωσης που επικρατεί στην Ινδία, θεμελιωμένο σε κληρονομικούς αλλά και σε θρησκευτικούς παράγοντες. Ο Β. Φίλιας γράφει γι’ αυτό το σύστημα της κοινωνικής διαστρωμάτωσης ότι «...Η κάστα δεν είναι ένας επαγγελματικός ή πολιτικός σύνδεσμος, αλλά ένας θρησκευτικός θεσμός...Η κάστα υπόκειται σε αυστηρότατους τελετουργικούς περιορισμούς. Εξάλλου, η κάστα είναι κάτι διαφορετικό και από την κοινωνική θέση, που στηρίζεται σε στοιχεία γοήτρου και σε ανάλογη αντίληψη της τιμής».
Σύμφωνα με τον Α. Βασιλάκη, (αναγνώστη και μεταφραστή πελασγικών και μινωϊκών γραφών - ιερογλυφικών) «Καστά» σημαίνει θυσία με φωτιά στο λόφο της Αρτέμιδος, δηλαδή το μνημείο της Αμφίπολης δεν είναι τάφος αλλά ναός της θεάς Αρτέμιδος. Κατά τον ίδιο, ο Λέων (το χαρακτηριστικότερο σύμβολο του Μακεδονικού Βασιλείου) που τρώει βουβάλια είναι το έμβλημα των Ηρακλειδών για τον γεννήτορά τους Ηρακλή, ο οποίος έτρωγε βουβάλια.
Οι Μακεδόνες, στην κυρίως πολεμική θεότητά τους, την Ορθεία Αρτέμιδα, είχαν δώσει τη μορφή του Λέοντα, για να δείξουν ότι η θεά αυτή είναι προστάτης των Μακεδόνων βασιλέων που προέρχονται από τον Ηρακλή. Έτσι ο Λέων είναι η Ορθεία Αρτέμιδα – Λέων. Ο Α. Βασιλάκης αναφέρει ότι αυτά που υπάρχουν στους τοίχους και τα αγάλματα, δεν έχουν καμία σχέση με τον τάφο και το ψηφιδωτό, αλλά με τον Μ. Αλέξανδρο και την οικογένειά του. Κατά τον ίδιο, ο ναός κτίστηκε για την Ορθεία Αρτέμιδα – Λέων και για την Ορθεία Αρτέμιδα – Σφίγγα.
Στην Παλατινή Ανθολογία, ο ποιητής Αντίπατρος ο Σιδώνιος (2ος αιώνας π.Χ), δηλαδή μόλις διακόσια χρόνια μετά την κατασκευή του τύμβου της Αμφίπολης, ερωτά τον Λέοντα της Αμφίπολης: «Λιοντάρι ταυροφάγο, πες μας σε ποιανού τάφο επάνω είσαι; Ποιός ήταν αντάξιος της ανδρείας σου;». Η απάντηση του λέοντος ήταν η εξής: «Δεν στέκουμαι χωρίς σκοπό εδώ, αλλά για να είμαι το σύμβολο της ανδρείας του νεκρού, που όταν ζούσε στεκόταν μπροστά στους εχθρούς λιοντάρι». Φαίνεται ξεκάθαρα ότι ο ποιητής πίστευε πώς πρόκειται για έναν μεγάλο άνδρα.
            Το μνημείο στον τύμβο Καστά κατασκευάστηκε από τον αγαπημένο αρχιτέκτονα του Μ. Αλεξάνδρου, τον Δεινοκράτη. Πιθανόν να είναι αφιερωμένο σε πρόσωπο ή πρόσωπα τα οποία σχετίζονταν άμεσα με την Αμφίπολη. Ο τάφος αυτός θα μπορούσε να ανήκει σε πολλούς. Είναι όμως δύσκολο κάποιο από τα πρόσωπα που έχουν προταθεί κατά καιρούς να είναι ο ιδιοκτήτης ενός ταφικού μνημείου μοναδικού και μεγαλύτερου από εκείνων στην Βεργίνα. Ένα μνημείο που είναι ο μεγαλύτερος τάφος που βρέθηκε ποτέ στην Ελλάδα. Μην αποκλείουμε επομένως το ενδεχόμενο ο τάφος στον τύμβο Καστά να ήταν ο αρχικός προορισμός της ταφής της σορού του Μ. Αλεξάνδρου, του Φαραώ Νεκτανεβώ ΙΙ, κάτι που από την πρώτη στιγμή υποστηρίζει ο ιστορικός και συγγραφέας Σαράντος Καργάκος.
            Τα ευρήματα της αρχαιολογικής σκαπάνης
            Οι πρώτες ανασκαφές είχαν γίνει κατά τις δεκαετίες του 1950 και του 1970 από τον αρχαιολόγο Δημήτρη Λαζαρίδη, ο οποίος ανακάλυψε ένα σύνολο από λιτούς τάφους που χρονολογούνταν από την Εποχή του Σιδήρου. Η ανασκαφή ξεκίνησε εκ νέου το 2012 από την αρχαιολόγο Κατερίνα Περιστέρη και προβλήθηκε στο κοινό τον Αύγουστο του 2014. Ανακαλύφθηκαν μέχρι στιγμής:
§  Οι Τρείς θάλαμοι, εκ των οποίων οι δύο περιλάμβαναν πλούσια διακόσμηση.
§  Ο μαρμάρινος περίβολος του κυκλικού τύμβου, ο οποίος έχει περίμετρο 497 μέτρα και η έκτασή του αντιστοιχεί σε 20 περίπου στρέμματα. Επί του περιβόλου αυτού βρέθηκε χαραγμένο το μονόγραμμα «Α», το οποίο υποδηλώνει Αλέξανδρο.
§  Οι Σφίγγες, Μακεδονικό σύμβολο, το οποίο απεικονιζόταν σε νομίσματα του Φιλίππου και του Μ. Αλεξάνδρου.
§  Οι Καρυάτιδες είναι η πρώτη φορά που βρίσκονται σε Μακεδονικό τάφο. Να σημειωθεί ότι δεν είναι Καρυάτιδες αλλά Μαινάδες του Διονύσου, δηλαδή νύμφες που παρουσιάζονται στα νομίσματα του Παγγαίου ως συντρόφισσες και συνοδοί του Θεού Διονύσου. Ο Διόνυσος λατρευόταν στο όρος Παγγαίο, ενώ από την άλλη η Ολυμπιάδα ήταν ιέρεια των Ορφικών Μυστηρίων και μυημένη στη λατρεία του Διονύσου.
§  Οι Οκτάφυλλοι Ρόδακες ,ένα βασιλικό σύμβολο που χρησιμοποιείται ευρέως από τη Μακεδονική δυναστεία. Οι ρόδακες μαρτυρούν ότι έχουμε βασιλιά πρώτου βαθμού. Το κάθε φύλλο από αυτά φέρει πάνω του ένα ιερογλυφικό, με ένα τίτλο του βασιλιά. Ο εσωτερικός ρόδακας φέρει το ιερογλυφικό do, το οποίο δηλώνει ότι ο βασιλιάς είναι από τη δυναστεία των Τημενιδών (Άργος), ενώ στο κέντρο υπάρχει το ιερογλυφικό Ko, από τη λέξη Ko – ίρανος που σημαίνει βασιλιάς. Κατά τον Α. Βασιλάκη εάν διαβάσουμε από το κέντρο του ρόδακα και πρός τα έξω, λέμε: «Βασιλιάς από τη δυναστεία των Τημενιδών, πρώτου βαθμού».
§  Το Ψηφιδωτό που απεικονίζει την αρπαγή της Περσεφόνης από τον Πλούτωνα, παρουσία του ψυχοπομπού Ερμή δείχνοντας με αυτόν τον τρόπο το ταξίδι της ψυχής από τον κόσμο των ζωντανών στον κόσμο των νεκρών. Γίνεται δηλαδή περιγραφή του τελετουργικού της ταφής της ψυχής του Φαραώ Νεκτανεβώ ΙΙ (Μ. Αλεξάνδρου).
§  Το δάπεδο σφράγισης που πιθανόν να είναι μία μέθοδος προστασίας του νεκρού από τυχόν ιερόσυλους, βέβηλους ή τυμβωρύχους. Υπάρχει όμως και το ενδεχόμενο στον ίδιο θάλαμο που εντοπίστηκε το δάπεδο αυτό, και ο τοίχος του θαλάμου που δείχνει το τέλος του να μην είναι τοίχος απλός, αλλά τοίχος σφράγισης για τη συνέχεια του ταφικού μνημείου. Στη φωτογραφία που δημοσιεύθηκε στο διαδίκτυο φαίνεται καθαρά επί του τοίχου αυτού ένα όρυγμα (άνοιγμα).
§  Ο σκελετός του νεκρού που βρέθηκε στον τάφο είναι σημαντικότατο εύρημα, με άγνωστη την ηλικία, το φύλο και το ύψος του, μέχρις ότου ολοκληρωθούν οι σχετικές αναλύσεις. Κατά τους αρχαιολόγους τα οστά του νεκρού βρέθηκαν εντός αλλά και εκτός του σημείου ταφής, με την εξήγηση ότι ήταν αποτέλεσμα τυμβωρυχίας. Πράγματι, οι τυμβωρύχοι προσπάθειά τους να αφαιρέσουν τα χρυσά κτερίσματα του νεκρού, προκάλεσαν αυτή τη διασπορά των οστών.
§  Τα νομίσματα που βρέθηκαν εντός του τύμβου και ανάγονται χρονολογικά στην εποχή του Μ. Αλεξάνδρου.
§  Τα δύο σπασμένα επιστύλια με τις επιγραφές που βρέθηκαν πάνω σε αυτά (βλέπε ανακοίνωση Υπουργείου Πολιτισμού 2 Δεκεμβρίου 2014). Ο Α. Βασιλάκης (βλέπε βιβλιογραφία) αναφέρει το περιεχόμενο των επιγραφών αυτών: «Παρέχω λατρεία στην Ορθεία Αρτέμιδα – Λέων (εγώ) ο γιός του Φιλίππου, ο βασιλεύς Αλέξανδρος, από τη δυναστεία των Τιμενιδών (Τημενιδών)». Για το επιστύλιο στην πρόσοψη του ναού αναφέρει ότι: «υπάρχουν η Ολυμπιάδα, ο Φίλιππος, ο Αλέξανδρος και ο Ηφαιστίωνας, όπου αναφέρεται στο βάθος του λόφου η λατρεία των τριών μεγάλων μητέρων μαζί με την μεγάλη μητέρα, Ορθεία Αρτέμιδα – Λέων». Για το επιστύλιο μέσα στον προθάλαμο του ναού γράφει ότι: «Ο Αλέξανδρος και ο Ηφαιστίωνας, παρέχουν λατρεία στην Αρτέμιδα και την Ρέα και ότι γενικά περιγράφεται το θρησκευτικό γίγνεσθαι των Ηρακλειδών από τον Περδίκα Α΄ έως και τον Μ. Αλέξανδρο. Από αριστερά παρουσιάζεται ο Φίλιππος και η οικογένειά του. Στη συνέχεια δείχνει έναν ταύρο και πίσω έναν λέοντα, τα δύο ζώα που παριστάνουν τον γεννήτορα Ηρακλή και την Ορθεία Αρτέμιδα – Λέων, την λατρεία της οποίας έφερε ο Περδίκας Α΄ από τις Μυκήνες». Για το άλλο επιστύλιο σημειώνει ότι: «γίνεται αναφορά για το τελετουργικό της λατρείας της Ορθείας Αρτέμιδος – Λέων».
Συμπέρασμα
            Σε κάθε περίπτωση το μνημείο της Αμφίπολης αποτελεί αναμφισβήτητα ένα πολύτιμο ιστορικό τεκμήριο για τη μελέτη της Μακεδονίας σε μια άκρως ενδιαφέρουσα εποχή. Ας ευχηθούμε να συνεχιστεί και να ολοκληρωθεί η ανασκαφική προσπάθεια των έμπειρων Ελλήνων αρχαιολόγων και να αναδειχθεί συνολικά ο τύμβος Καστά με ότι αυτός περιλαμβάνει. Είμαι πεπεισμένος ότι μέσω της αρχαιολογικής σκαπάνης μπορεί να δοθεί η πιο ολοκληρωμένη και αδιαμφισβήτητη απάντηση απέναντι σε κάθε γειτονικό αλυτρωτισμό και παραλογισμό.
            ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
v Α. Βασιλάκης, αναγνώστης και μεταφραστής πελασγικών και μινωϊκών γραφών (ιερογλυφικών), προσωπική σελίδα facebook & γκρούπ «Aegean scriptures – Αιγαιακές Γραφές».
v   Αρριανός Φλάβιος ο εκ Νικομηδείας, Αλεξάνδρου Ανάβασις, βιβλίο Γ΄ Γυμνασίου, Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων (Ο.Ε.Δ.Β), 2010.
v       Αρριανός Φλάβιος ο εκ Νικομηδείας, Αλεξάνδρου Ανάβασις, Ακαδημία Αθηνών, 1998.
v      Διόδωρος Σικελιώτης, Άπαντα, Ιστορική Βιβλιοθήκη, τόμος 14ος, εκδόσεις Κάκτος, 1998.
v    Δίων Κάσσιος Κοκκηϊανός, Roman History, vol. 9, Loeb Classical Library, Cambridge, Massachusetts, Harvard University Press, London 2001.
v      Παυσανίας, Αττικά,  τόμος 1, Νικ. Παπαχατζής, εκδοτική Αθηνών, 1974.
v      Κλαύδιος Αιλιανός, Varia Historia (Ποικίλη Ιστορία), [το έργο αυτό είχε εκδώσει ο Αδαμάντιος Κοραής στον Πρόδρομο της Ελληνικής Βιβλιοθήκης, Παρίσι, 1805].
v      Στράβων, Γεωγραφικά, τόμος Γ΄, βιβλίο Ζ΄, εκδόσεις Πάπυρος.
v  Κόϊντου Κούρτιου Ρούφου, Η Ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, μτφρ Χάρη Μίκογλου, εκδόσεις Ζαχαρόπουλος Σ. Ι., 1993.
v      Ελένη Γλύκατζη – Αρβελέρ, Εικασίες, Βεργίνα – Αμφίπολη, εκδόσεις Ερμής, Αθήνα, 2014.
v      Όσκαρ Μπρόνεερ, The Lion Monument of Amphipolis, 1941.
v      Καλλισθένης ο Ολύνθιος, Βίος Αλέξανδρου του Μακεδόνος , εκδόσεις Κάκτος, Μάϊος 2005.
v     Πλούταρχος, Περί Αλεξάνδρου Τύχης ή Αρετής, εκδόσεις Σύγχρονοι Ορίζοντες, Αθήνα, 2001.
v     Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι – Αλέξανδρος, τόμος 17ος, εκδ. Κάκτος, Αθήνα 1993.
v     Περιοδικό «Δαυλός», Δ. Κούτουλας, Δολοφονία και ταφή Αλεξάνδρου, σελ. 159.
v     Περιοδικό «Ανεξήγητο», Α. Πετίδης, Ο θάνατος του Μ. Αλεξάνδρου, σελ. 90.
v     Ιουστίνος, Η επιτομή των Φιλιππικών Ιστοριών του Πομπηίου Τρόγου.
v   Εφημερίδα «Χρονόμετρο», καθημερινή εφημερίδα της Καβάλας, Παρασκευή 5 Δεκεμβρίου 2014.


[ * ]. ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ - ΣΥΓΓΡΑΦΗ: Σχοινοχωρίτης Κωνσταντίνος

*Ιστορικός - συγγραφέας, Αρχειονόμος - Βιβλιοθηκονόμος, υποψήφιος διδάκτωρ  (επικοινωνία: email. korinthios13@yahoo.gr, τηλ. 6945832094)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου